Η Ανδρομάχη Τσιοφλίκη γεννήθηκε στις 14 Ιανουαρίου 1986 και από μικρή ηλικία στράφηκε στον αθλητισμό, όπου ξεκίνησε να δίνει τις… μάχες της ως δρομέας των 400 μέτρων με αξιοσημείωτες επιδόσεις.
Φυσιολογική απόρροια της δραστηριότητάς αυτής ήταν να επιλέξει την Σχολή Φυσικής Αγωγής (Γυμναστική Ακαδημία) Τρικάλων για την συνέχεια των σπουδών της, αποφοιτώντας με την συμπλήρωση της τετραετίας.
Παρότι με το ποδόσφαιρο δεν είχε άλλη σχέση πέραν αυτής του θεατή, δέχθηκε την παραίνεση του πατέρα της Μιλτιάδη (επί πολλά χρόνια τερματοφύλακα και αργότερα προέδρου του Φιλοκτήτη Μελιβοίας) και τον Αύγουστο του 2006 δήλωσε συμμετοχή στην Σχολή Διαιτησίας που διοργανώθηκε στα γραφεία του Συνδέσμου Διαιτητών Λάρισας, ενώ από το φθινόπωρο της ίδιας χρονιάς άρχισε να χρησιμοποιείται ως βοηθός στην μικρότερη τοπική κατηγορία.
Η εξέλιξή της όμως υπήρξε ραγδαία, με αποτέλεσμα το 2008 έχοντας διευθύνει πλέον αρκετά παιχνίδια των τοπικών πρωταθλημάτων να αξιολογηθεί από την τότε ΚΕΔ της ΕΠΟ ως διαιτητής Δ’ Εθνικής, ενώ δύο χρόνια αργότερα πήρε προαγωγή στην Γ’ Εθνική που διεξαγόταν με την συμμετοχή ΠΑΕ υπό επαγγελματική μορφή.
Το 2016 αποτέλεσε σταθμό στην μέχρι τότε διαδρομή της, καθώς χρίστηκε για πρώτη φορά διεθνής διαιτητής με την απονομή του σήματος της FIFA, το οποίο φέρει ανελλιπώς από τότε, ενώ με την νέα της ιδιότητα ταξίδεψε σε κάθε «γωνιά» της ευρωπαϊκής ηπείρου, προκειμένου να διευθύνει αγώνες σε κάθε ηλικιακή κατηγορία γυναικών.
Από το 2018 είναι διαιτητής 2ης κατηγορίας, έχοντας «σφυρίξει» μέχρι τώρα σε 30 αγώνες της Super League 2 και αποτελώντας την πρώτη εν ενεργεία γυναίκα σε αριθμό αγώνων της κατηγορίας και δεύτερη διαχρονικά (η κορυφή όμως απέχει ελάχιστα πλέον…), ενώ στο αποκορύφωμα της παρουσίας της στην μικρότερη επαγγελματική κατηγορία βραβεύθηκε κατά την τέλεση της κλήρωσης του φετινού πρωταθλήματος ως κορυφαία της περυσινής διοργάνωσης, βάσει της ψηφοφορίας των προπονητών και των αρχηγών – ποδοσφαιριστών των ομάδων της.
Η διαδρομή της στα γήπεδα σε καμία περίπτωση δεν υπήρξε σπαρμένη με «ρόδα», αφού – πέραν της επαγγελματικής ενασχόλησης ως υπεύθυνη υδροθεραπείας σε κέντρο αποκατάστασης – δημιούργησε την δική της οικογένεια και πλέον είναι μητέρα δύο αγοριών, ηλικίας 11 και 5 ετών, ενώ το 2019 βίωσε την τραγική εμπειρία της απώλειας της αδελφής της Άννας σε ηλικία μόλις 31 ετών.
Ανεπιφύλακτα, όμως, έχει κερδίσει ένα ακόμη βραβείο αυτό της πλήρους αποδοχής της από τους ανθρώπους του ποδοσφαίρου τόσο σε τοπικό όσο και πανελλήνιο επίπεδο ως η αποδεδειγμένα πιο ικανή να επιβιώσει αλλά και να διακριθεί στον χώρο του λαοφιλέστερου αλλά και παραδοσιακά ανδροκρατούμενου αθλήματος.