Η Στέλλα Μπάσδρα διατηρεί κάθε Παρασκευή τη δική της στήλη, μια σπάνια στις μέρες μας στήλη, με χρονογράφημα, στην έντυπη larissanet. Eκεί, απολαμβάνουμε με την πένα της την οπτική της για την πόλη μας, αλλά και θέματα της επικαιρότητας. Σταχυολογώντας την σπουδαία της διαδρομή, όπως μας την εξιστόρησε η ίδια, καταγράψαμε τους σημαντικότερους σταθμούς:
“Γεννήθηκα στην Πολωνία, στην Ζελένα Γκόρε, στην πόλη των ελαφιών, δεν θυμάμαι τίποτα από κει ούτε και πήγα ποτέ έτσι σαν ένα ταξίδι νοσταλγίας ή επιθυμίας για γνωριμία με κείνα τα μέρη, έφυγα, δηλαδή με φέραν οι γονείς ούτε καν τριών χρονών, άμα δεν έχεις αναμνήσεις τι να νοσταλγήσεις…
Πόλη λοιπόν κυρίαρχη στη ζωή μου η Λάρισα, δεν έφυγα από αυτήν παρά μόνο για διακοπές, τόχω πει πως τα γράμματα που ξέρω τα χρωστάω σε δασκάλες και καθηγητές και τη σπουδή μου στη δημοσιογραφία την έκανα στην Ελευθερία, στον Ημερήσιο Κήρυκα, »πέταξα» στον αέρα με τον Ηeat Fm, έζησα μια ωραία ιστορία σαν επαγγελματίας, ιστορία που τη χρωστώ στην καρπουζόφλουδα που σημείωσα με ένα συρματάκι στοιχεία για το δοκιμαστικό μου ρεπορτάζ κι έτσι έγινα δόκιμη, τότε δεν υπήρχαν σχολές πηγαίναμε στην εφημερίδα μετά από κάποια τεστ, έτσι και τα καταφέρναμε μέναμε. Τα κατάφερα γιατί έζησα κοριτσάκι ακόμη, δίπλα στον Αλέκο Χατζηευθυμίου, τον Βασίλη Βουτσιλά, τον Λάζαρο Αρσενίου, τον Δαμιανό Βουλγαράκη κι άλλους πολλούς και γιατί είχα αρχισυντάκτη τον Ζήση Τυχερό.
Ήταν σαν να έβγαλα δέκα σχολές και παράλληλα συνάντησα όλη την Ιστορία της πόλης μέσα από συνεντεύξεις ρεπορτάζ, κουβέντες, ατέλειωτες κουβέντες με αμέτρητους σημαντικούς ανθρώπους που ηγήθηκαν της πόλης, του νομού, της περιφέρειας, της χώρας.
Παράλληλα γνώρισα παρέες τότε που μου άνοιξαν τον νου, μια τύχη που με ακολουθεί και σήμερα που γύρω μου υπάρχουν άνθρωποι που είναι το παράθυρό μου σε άγνωστους κόσμους, που είναι η έμπνευση η καινούρια, το ραντεβού με νέα σχέδια, οι ζωγραφιές με νέα χρώματα.
Αφού πήγαμε στο σήμερα, πολλοί με ρωτούν γιατί μετά από ένα πολύ μεγάλο διάλειμμα, μια ολοκληρωτική παύση είκοσι περίπου χρόνων ξαναγύρισα στα γλυκά μου τα λημέρια…
Αυτή τη φορά δεν ήταν καρπουζόφλουδα… ψηφοδέλτιο ήταν με επικεφαλής τον Δήμαρχο Απ. Καλογιάννη, την ανάγκη για την επανασύνδεση με τους συμπολίτες μου, μού την πρόσφερε η Larissanet κι έτσι άρχισε ένας νέος κύκλος ασχολίας με τα κοινά και μια καινούργια περιπέτεια.
Η περιπέτεια όμως αυτή έχει τα ίδια χαρακτηριστικά με την περιπέτεια που βίωσα στα επαγγελματικά μου χρόνια.
Ζω την πόλη μου με την ίδια ένταση, συνομιλώ με τους ανθρώπους κι απολαμβάνω το ίδιο και ακόμη περισσότερο την κουβέντα τους, είμαι το ίδιο ανυπόμονη, απόλυτη στη σκέψη, γρήγορη στο βήμα…αλλά »ακούω» και »βλέπω» ακόμα, μου μιλάν τα χαλασμένα πεζοδρόμια, με τρελαίνει το κυκλοφοριακό, με γοητεύει το Θεσσαλικό με την φρέσκια και εξωστρεφή δράση του, κοιτώ το Α’ Αρχαίο Θέατρο και σκέφτομαι τελικά δεν ήταν όνειρο, το βλέπω, το ζούμε, ζω δράσεις, συναυλίες, εκθέσεις, νοσταλγώ το
Ειρινάκι μου που με μάθαινε τα εικαστικά, που έφυγε νωρίς και με άφησε μισοδιαβασμένη… βιβλία, ποιήματα, επιστήμες, διαβάσματα, κουβέντες, ξαναζώ τον «Κέραμο» της Μαριάννας Κόρακα, τον Κέραμο που ήταν »γιάφκα» πολιτισμού, με το ίδιο πάθος για γνώση πορεύομαι και όσα κι αν γνώρισα τίποτα δεν χόρτασα…
Αυτό το πάθος τροφοδοτείται από τις αγάπες, τους φίλους, τους γείτονες, τις κουβέντες με γνωστούς και αγνώστους, είναι ένα ταξίδι στις χαρές και στις έννοιες όλων, μια συνομιλία με όσα και όσους αγαπώ, μια συζήτηση απλή, καθημερινή, αγαπησιάρικη, θυμωμένη, ερωτική, φρέσκια, παλιομοδίτικη, μια καλημέρα, μια καληνύχτα, μια ευχή, ένα γεια σου μαμά, που γίνεται χαρούμενη εισαγωγή, ένα χαμόγελο που γίνεται έμπνευση, μια έμπνευση που της κλείνω το μάτι, μια διαφωνία που γίνεται πρόταση, ένας φίλος που περιμένει κείμενο,-και που τον λένε Χρήστο-, είναι το αποτύπωμα των μικρών και μεγάλων στιγμών που αξιώθηκα και αξιώνομαι να ζωγραφίζω με τα μολύβια μου, είναι τα βήματά μου δίπλα στα βηματάκια του τετράποδου σαρδανάπαλού μου, είναι η τύχη η μεγάλη να σου χαμογελάει η ζωή που δεν έζησες… να σου κλείνει το μάτι η ζωή που δεν σε χόρτασε.. να σε περιμένει η Ζελένια Γκόρε με τα ελάφια της και να της λες, πόσο όμορφη είσαι, αλλά άσε με εδώ…εδώ …καλά είμαι, πολύ καλά…!”