«Έως σήμερα οι μεσίτες που εργάζονται σε μεσιτικά γραφεία πληρώνονται με ψίχουλα. Η εταιρία που ιδρύσαμε δίνει την δυνατότητα να συμμετέχει κανείς κερδίζοντας την μέγιστη προμήθεια»
Ο Χρήστος Μπλέτας είναι Λαρισαίος. Ζει από το 1980 στην Αθήνα, αλλά τον συνδέουν βαθιές συναισθηματικές και οι οικογενειακές ρίζες με την Λάρισα και με τον σταθμό Ραψάνης, όπου παραθέριζε τα καλοκαίρια και καθημερινά έπαιρνε το τρένο για μπάνιο στον Πλαταμώνα.
Τη δεκαετία του ´70, πήγε στο 3ο Γυμνάσιο και Λύκειο Αρένων στην οδό Ανθίμου Γαζή και Ηπείρου.
Κάθησε στα θρανία με μια γενιά που «έβγαλε γλώσσα» στους ανωτέρους. Η εποχή της μεταπολίτευσης, ειδικά τα πρώτα χρόνια ήταν αυθάδης. Αμφισβητούσε τα πάντα.
Η εφηβεία του συνέπεσε με αυτήν την περίοδο όπου όλα θεωρούνταν πολιτικά. Τα τραγούδια, η καριέρα, η θρησκεία, οι σπουδές, το πανεπιστήμιο, το σινεμά, η τέχνη ακόμη και ο έρωτας.
Αφού λοιπόν όλα ήταν πολιτικά και η εφηβεία του Χρήστου Μπλέτα ήταν πολιτική!
Έδωσε το παρόν σε όλα τα χαρακώματα.
Το 1980 πήγε στην Αθήνα για να σπουδάσει (τι άλλο;) πολιτικές επιστήμες!
Παράλληλα, φοίτησε σε δημοσιογραφική σχολή, επιλέγοντας την δημοσιογραφία ως έναν χώρο που είναι κοντά και μέσα στην πολιτική σκηνή.
Οι εφημερίδες της εποχής είχαν μεγάλη επίδραση στο δημόσιο διάλογο και ήταν επίσης ένα βήμα ελεύθερης σκέψης και έκφρασης. Όχι όλες φυσικά.
Ο Χρήστος Μπλέτας είχε την τύχη να συνεργαστεί με την Ελευθεροτυπία, το όνειρο του κάθε συντάκτη!
Η γνωριμία του με την Ελευθεροτυπία έγινε στα χρόνια της στρατιωτικής του θητείας. Όταν υπηρετούσε σε μια μάχιμη μονάδα πυροβολικού στην Κομοτηνή, έγραψε μερικά νόστιμα στιγμιότυπα της στρατιωτικής ζωής, μια «ανταπόκριση» στη δημοφιλή τότε στήλη «φαντάρε πού πας» που φιλοξενούσε η κυριακάτικη έκδοση.
Έκτοτε έγινε ο πιο τακτικός «πολεμικός ανταποκριτής». Αργότερα, ανέλαβε την επιμέλεια της στήλης. Ήταν μια δημοσιογραφική γωνιά επικοινωνίας των φαντάρων με τον έξω κόσμο, όπου οι ένστολοι αναγνώστες της εφημερίδας έστελναν επιστολές, άλλοτε με χιούμορ κι άλλοτε με αγανάκτηση και «έβγαζαν στην σέντρα» όποιον αξιωματικό αυθαιρετούσε ή υπηρετούσε το δόγμα ότι «εκεί που τελειώνει η λογική αρχίζει ο στρατός».
Η «Ελευθεροτυπία» ήταν μια εφημερίδα που είχε συνδέσει την πολιτική διανόηση με την πολιτική καθημερινότητα, που αντιμετώπιζε τα σοβαρά κοινωνικά θέματα με μαχητικότητα, ευρηματική παρεμβατικότητα αλλά και χιούμορ. Ήταν η μόνη μεγάλη εφημερίδα που επέτρεπε στον δημοσιογράφο να γράφει την γνώμη του, ελεύθερα.
Ο Χρήστος Μπλέτας, όμως, δεν ήθελε απλά να πει στην γνώμη του. Ήθελε να την φωνάξει κιόλας!
Έγινε μέλος της βασικής συντακτικής ομάδας του περιοδικού «Έψιλον» χάρη σ’ ένα ρεπορτάζ εμπνευσμένο από την Λάρισα. Τίτλος: «Η ελληνική ποτοαπαγόρευση». Αναφερόταν στο τσίπουρο και στην επί σειρά ετών απαγόρευση της εμπορίας του ποτού εκτός του τόπου παραγωγής του. Οι φωτογραφίες ήταν από το αρχείο του σπουδαίου Λαρισαίου φωτογράφου Τάκη Τλούπα και έδειχναν τους παραγωγούς γύρω από τα καζάνια που βράζουν τα τσιπούρα. Ήταν ασπρόμαυρες, ατμοσφαιρικές, που παραπέμπουν ευθέως στην εποχή της ποτοαπαγόρευσης στην Αμερική και έκαναν μεγάλη εντύπωση.
Σε μια καμπή της ιστορίας του «Έψιλον», τέσσερα μόλις χρόνια μετά την πρώτη του κυκλοφορία, ο Χρήστος Μπλέτας ανέλαβε την πρόκληση να το διευθύνει επαναπροσδιορίζοντας τον χαρακτήρα του περιοδικού (1996).
Με μια νέα και φρέσκια αισθητική, με εικόνες, σχόλια, ρεπορτάζ, συνεντεύξεις σπουδαίων πολιτικών προσωπικοτήτων και διανοουμένων από όλο τον κόσμο, προϊόν μιας συλλογικής δουλειάς συνεργατών, που αρκετούς έχει ο ίδιος επιλέξει προσεκτικά, το «Έψιλον» γίνεται η πιο «έγχρωμη» πλευρά της Ελευθεροτυπίας, αλλά εκφράζει παράλληλα και όλη την φιλελεύθερη πολιτικά άποψη του Οργανισμού.
Το περιοδικό, κατά τη διάρκεια της θητείας του, πρόσθεσε τεράστια διαφημιστικά έσοδα και άνοιξε μια νέα αγορά. Τα ένθετα.
Ο Χρήστος Μπλέτας ήταν εκείνος που εμπνεύστηκε και δημιούργησε το περιοδικό «Gourmet», που εκτίναξε στα ύψη την κυκλοφορία της Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας.
Το «Gourmet» άνοιξε έναν νέο δρόμο. Χάρη στην παρουσίαση του φαγητού ως μια μορφή τέχνης και απόλαυσης εκλεκτών εδεσμάτων, οι εργαζόμενοι του κλάδου άρχισαν να επιδιώκουν εκπαίδευση και να αναβαθμίζονται επαγγελματικά. Έτσι ο μάγειρας έπαψε να λέγεται μάγειρας, έγινε σεφ!
Στα ομώνυμα βραβεία που διοργανώνονταν κάθε έτος παρευρισκόταν υπουργοί και πολιτικοί από όλο το φάσμα μοιράζοντας τα βραβεία σε εστιατόρια, παραγωγούς προϊόντων και υπηρεσιών εστίασης.
Ναι, είχε δίκιο η δεκαετία του ’70. Όλα είναι πολιτική, ακόμη και το φαγητό! Πόσο μάλλον η τηλεόραση και τα δελτία ειδήσεων. Ο Χρήστος Μπλέτας δημιούργησε επίσης ένα δημοφιλές περιοδικό, το «ΟΝ ΟFF». Μέσα από ένα ανελέητο και καυστικό χιούμορ επιτέθηκε εναντίον της σοβαροφάνειας των τηλεοπτικών αστέρων της εποχής και κατέδειξε την προχειρότητα της παραγωγής των μεγάλης θεαματικότητας δελτίων ειδήσεων καθώς και της πολιτικής χειραγώγησης του κοινού.
«…ο δημοσιογράφος και ο μεσίτης πληρώνονται επειδή μεταδίδουν επίκαιρες και χρήσιμες πληροφορίες σε όσο μεγαλύτερο κοινό μπορούν. Άλλες φορές αποκλειστικές και άλλες όχι…»
Ίσως η μεγαλύτερη δημοσιογραφική επιτυχία του Χρήστου Μπλέτα είναι ότι διέγνωσε εγκαίρως την διπλή κρίση που θα χτυπούσε τα τέλη της δεκαετίας του ‘00. Την οικονομική και την κρίση της Ελευθεροτυπίας, η οποία έκλεισε. Έτσι αποφάσισε εγκαίρως να αλλάξει κεφάλαιο και να ασχοληθεί με τις επιχειρήσεις.
«Όταν το 2009 υπέβαλα την παραίτησή μου για να ασχοληθώ με τον τομέα υπηρεσιών του real estate κάποιος με ρώτησε:
- Είσαι τρελός; Αφήνεις τέτοια καριέρα για να γίνεις μεσίτης;
- Βλέπεις το σήμερα, όπως είμαι έπειτα από 17 χρόνια δουλειάς στα ΜΜΕ. Θέλω να έρθεις να με ρωτήσεις μετά από 17 χρόνια εάν έπραξα σωστά, του απάντησα».
Ξέρετε τι κοινό έχει η δημοσιογραφία με την μεσιτεία; Και ο δημοσιογράφος και ο μεσίτης πληρώνονται επειδή μεταδίδουν επίκαιρες και χρήσιμες πληροφορίες σε όσο μεγαλύτερο κοινό μπορούν. Άλλες φορές αποκλειστικές και άλλες όχι. Αλλά αρκεί αυτή η ομοιότητα για να επαναλάβει το «έντονο» παρελθόν του και στο real estate;
Τι λέει ο ίδιος;
«Ασφαλώς και όχι! Αλλά έχουν γίνει πολλά μέχρι σήμερα για να δημιουργηθεί μια νέα πρόταση που λέγεται newdeal και αλλάζει τον τρόπο που οι άνθρωποι θα εργάζονται στο real estate. Βασίζεται στο τρίπτυχο «Ανώτατη Εκπαίδευση – Υψηλή Τεχνολογία – Δίκαιες Αμοιβές». Είναι μια νέα πολιτική, μια νέα συμφωνία για τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση του επαγγέλματος. Τίποτα πια δεν θα είναι το ίδιο. Είναι θέμα πολιτικής.
H διαδρομή έχει ξεκινήσει περίπου 15 χρόνια πριν. Βασισμένοι πια στην ελληνική αλλά και παγκόσμια εμπειρία, το 2017 ιδρύσαμε την πρώτη σχολή real estate στην Ελλάδα, για την Ελλάδα. Ένα εργαστήρι μάθησης και δια βίου εκπαίδευσης με κρατική άδεια. Το 2020 κάναμε ένα ακόμη τεράστιο βήμα. Η Ακαδημία μας υπέγραψε συνεργασία με το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το κορυφαίο εκπαιδευτικό Ίδρυμα της χώρας για να παρέχουμε ανώτατη εκπαίδευση στον εργαζόμενο του κλάδο. Δίνουμε την ευκαιρία σ’ έναν παραδοσιακό μεσίτη να εξελιχθεί σ´ ένα καταρτισμένο Σύμβουλο Ακίνητης Περιουσίας με πιστοποίηση γνώσεων και δεξιοτήτων. Μια ευκαιρία εκπαίδευσης που δεν παρέχεται πουθενά στον κόσμο, από καμία εταιρεία. Μια ευκαιρία για Ακαδημαϊκή γνώση και επαγγελματική κατάρτιση ταυτοχρόνως.
Είμαστε η εταιρία που επενδύουμε σ’ αυτήν που διευκολύνει τις διαδικασίες ακόμη και από απόσταση (virtual office).
Έως σήμερα οι μεσίτες που εργάζονται σε μεσιτικά γραφεία πληρώνονται με ψίχουλα. Η εταιρία που ιδρύσαμε δίνει την δυνατότητα να συμμετέχει κανείς κερδίζοντας την μέγιστη προμήθεια (100% της αμοιβής πάνω από ένα μικρό, εύλογο όριο συναλλαγών). Ήταν μια ώριμη και δίκαιη απαίτηση και την κάναμε πράξη!»