Της Μαριάννας Μανωλοπούλου
Γεννήθηκε στη Λάρισα. Από πολύ μικρή ηλικία ήξερε ότι θα γίνει χορεύτρια ενώ εκπαιδεύτηκε στις μετακινήσεις νωρίς. Συγκεκριμένα, στα 18 της έφυγε από την Ελλάδα. «Το να φύγω ήταν απλά αυτονόητο.
Το ήξερα από πολύ νωρίς. Σαν κάτι που το όριζα, ίσως το μόνο που όριζα. Όπως κάποιος έγραψε: Η μοίρα μου με ήθελε εδώ και εκεί, εγώ όμως με ήθελα αλλού κι αλλιώς» αναφέρει η κα Καραφέρη. Δεκαπέντε χρόνια κράτησε το ταξίδι με πολύχρονες στάσεις για σπουδές και εργασία στη Δανία, Γερμανία και Ολλανδία.
Παράλληλα, έμαθε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές γλώσσες και έφτιαξε την δική της πορεία και επιλογή σπουδών, έχοντας μαθητεύσει με δασκάλους του χορού και του θεάτρου από όλο τον κόσμο.
«Ένας από τους καθηγητές που με σημάδεψαν ήταν ο Γιαπωνέζος ηθοποιός και μίμος Hiro Ushiyama. Ερχόταν συχνά στην Γερμανία, μιλούσε μόνο γαλλικά και γιαπωνέζικα, ενώ μαζί δουλεύαμε κείμενα στα ελληνικά. Η μόνιμη ερώτηση του, σε ότι κάναμε ήταν: γιατί το κάνουμε;» επισημαίνει.
Η ομάδα της (1993-1995) «Dance Theater KOFF KOFF» με βάση το Μόναχο έδειχνε ήδη δουλειά σε φεστιβάλ και θέατρα της νότιας Γερμανίας. «Από την αρχή ήμουν χορογράφος και χορεύτρια μαζί. Και είχα μια ξεχωριστή έφεση στη δημιουργία έργων σε ιδιαίτερους, συχνά υπαίθριους χώρους.
Όπως μια βραδιά καλεσμένη για παράσταση σε έναν καθεδρικό ναό χωρίς σκεπή, στη Θουριγγία της πρώην ανατολικής Γερμανίας. Ήταν βουτιά στο βάθος της Γερμανικής διανόησης, από το Γκαίτε έως τον Νοβάλις, φιλοξενούμενη στη Βαϊμάρη και την Γιένα. Εκστασιασμένη» περιγράφει.
Το φλερτ της με τα εικαστικά ξεκίνησε ως ακροάτρια στην Ακαδημία Εικαστικών Τεχνών του Μονάχου και σύντομα με πολλές συνεργασίες με εικαστικούς. Ο κύκλος της μόνιμης κατοίκου εξωτερικού άρχισε να κλείνει, όταν το Κρατικό Πανεπιστήμιο χορού CODARTS του Ρότερνταμ της πρότεινε πτυχίο τεταρτοετής φοίτησης σε δυο χρόνια σπουδών, ως ιδιαίτερο ταλέντο και με δεδομένη ήδη την καλλιτεχνική της πορεία ως τότε. Έτσι, βρέθηκε στην Ολλανδία συνεχίζοντας να δημιουργεί και να παρουσιάζει παραστάσεις. Αποφοίτησε ως καθηγήτρια σύγχρονου χορού με ειδίκευση στον αυτοσχεδιασμό και την σύνθεση.
Από το ίδιο Πανεπιστήμιο πήρε με υποτροφία το πρώτο της μεταπτυχιακό τίτλο, στην Χοροθεραπεία (1998-2001). Είχε προηγηθεί το 1995 ένα Πτυχίο Παιδαγωγικής ανάλυσης της κίνησης (Bewegungsanalytischer Pedagogik) του ιδιωτικού Ινστιτούτου Cary Rick στο Μόναχο/Βιέννη.
Η επιστροφή της στην Ελλάδα και κυρίως στη Λάρισα ήταν απολύτως συνειδητή. «Τρόμαξα πολύ όταν άρχισα να χάνω την ελληνική γλώσσα. Όταν πρωτοήρθα υπέγραφα ως χοροεγράφος (από το αγγλικό choreographer). Κι άλλα χειρότερα. Στην αρχή έδειχνα προσωπική δουλειά μόνο στην Αθήνα και το εξωτερικό. Σύντομα η επιλογή έγινε: ζω, δημιουργώ και δείχνω δουλειά στη Λάρισα. Η ίδια πόλη που με έδιωξε, με διεκδίκησε πίσω. Μια πόλη ευτυχώς, είναι κάτι δυναμικό. Ο δημόσιος χώρος, η ποιότητα της καθημερινότητας, ο πολιτιστικός πλούτος της, είναι αγαθά μεταβαλλόμενα που έχουμε υποχρέωση να πολεμούμε γι αυτά. Έχοντας σοφά εκλέξει ανθρώπους ικανούς τα τελευταία χρόνια, χαιρόμαστε μια πόλη που πολλοί καλεσμένοι μου, ομάδες και ανεξάρτητοι καλλιτέχνες την ζηλεύουν, έχοντάς την συνδέσει με τον πολιτισμό και το ανοικτό πνεύμα».
Από το 2003 επαγγελματικό της όχημα έγινε η ομάδα OFF ART-σκηνικές παρουσίες, ενώ από το 2014 η ομάδα συνεργάζεται με την Αντιδημαρχία Πολιτισμού και Επιστημών του Δήμου Λαρισαίων και έχει βάση της τον Μύλο του Παππά, στο πλαίσιο της διάθεσης δημιουργίας ενός πολιτιστικού πυρήνα στους εκεί χώρους. Αποτελεί από το 2012 τακτικό μέλος του επαγγελματικού Σωματείου Ελλήνων Χορογράφων.
Έως σήμερα έχει οραματιστεί και δημιουργήσει μια μακριά σειρά από παραστάσεις, δράσεις πολιτισμού όπως τα φεστιβάλ: «Ο Μύλος χορεύει», το «ΕΥ» για την υγεία και την ποιότητα ζωής και βεβαίως το διακαλλιτεχνικό, αλλά και διεπιστημονικό φεστιβάλ «OPEN NIGHTS» που για 5η συνεχή χρονιά το 2020, έχει γίνει θεσμός πια στην πόλη, ενώ έχει και την υποστήριξη του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού. Ακόμη, έχει πάρει μέρος σε αρκετές παραστάσεις και παραγωγές τόσο ως χορεύτρια, χορογράφος αλλά και ως ηθοποιός.
«Άνθρωποι που γνωρίζω και πολλοί άλλοι που δεν γνωρίζω προσωπικά, αλλά γνωρίζουν την δουλειά μου, μου έχουν προσφέρει τα μέσα για να συνεχίσω να δημιουργώ. Τίποτα όμως δεν έρχεται χωρίς σκληρή δουλειά. Τουλάχιστον όχι σε μένα. Χρόνια τώρα, τρέχω και «ταρακουνώ» καλλιτέχνες, άτομα ικανά στην οργάνωση, αλλά και καταστάσεις που από άλλους θεωρούνται δεδομένα αρνητικές. Η αντοχή και η επιμονή μου έρχεται μόνο από την ανάγκη. Ανάγκη για έκφραση και επικοινωνία. Ανάγκη να φωνάξω τον θυμό μου, να διακωμωδήσω τις αδυναμίες μου, να ταράξω λίγο τα νερά, που όταν μένουν στάσιμα βρωμίζουν. Είμαι το πιτσιρίκι με τις γαλότσες που χοροπηδά μέσα στις λακκούβες» επισημαίνει η κα Καραφέρη.
Όσον αφορά τα projects της σημειώνει: «Έχω ξεχάσει projects που έχω κάνει, τόσα πολλά έχουν μαζευτεί. Με τον χρόνο έχω γίνει καλή σε «αποστολές αυτοκτονίας» δηλαδή: Πολύ λίγος χρόνος, καμία έκπτωση στην ποιότητα. Αρκεί να το θέλω πολύ. Διότι αν μου γυρίσει ανάποδα και καταλάβω ότι κάτι δεν έχει νόημα, τότε μπορώ να γίνω πολύ κακή. Έχω τινάξει στον αέρα πιθανότητες σταθερότητας και δικτύωσης, όταν είδα το ψέμα και την προσωπική φιλοδοξία κρυμμένα πίσω από λέξεις όπως καινοτομία και προοδευτικότητα».
Ατενίζοντας το μέλλον
Πριν τρία χρόνια ξανακάθισε στα θρανία του Πανεπιστημίου CODARTS στην Ολλανδία, για να αναβαθμίσει τον μεταπτυχιακό της τίτλο, σε επίπεδο Master (MdaT, Ψυχοθεραπεύτρια μέσω του Χορού και της Κίνησης). Η διατριβή της βασίστηκε στην πρακτική που έκανε στην Ψυχιατρική κλινική του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, με βάση την οποία και σε συνεργασία με καθηγητές εκεί, δημιούργησε ομάδες ασθενών και σε επιπλέον τμήματα όπως ακτινοθεραπεία και ρευματολογία με θεραπευτικούς και ερευνητικούς στόχους.
Για την χορογράφο, χορεύτρια, ψυχοθεραπεύτρια «Έφτασε όμως ο καιρός που μπορώ πια να πω ότι ο στόχος είναι η τέχνη. Η τέχνη, που είναι πέρα από τις προσωπικές μου ανάγκες. Ικανή να ταρακουνήσει το κοινό αλλά και να θεραπεύει».
«Ο μύθος που θέλει το άνθρωπο να σταματά να εξελίσσεται και να αλλάζει, συμφέρει την κραταιά τάξη πραγμάτων. Έχουμε την δύναμη να επιλέξουμε την στάση «ζωής» μας απέναντι στα δεδομένα, πιο συχνά από ότι πιστεύουμε. Ο φόβος είναι η συχνότερη αιτία ατολμίας. Και η αξία που δίνουμε στην γνώμη των άλλων. Και οι συναισθηματικοί εκβιασμοί», καταλήγει η κα Καραφέρη έχοντας μια από τις πιο εδραιωμένες και πολύπλευρες προσωπικότητες στον πολιτιστικό χώρο εντός και εκτός συνόρων.