Η Αγγελική Σιτρά είναι γέννημα – θρέμμα Λαρισαία. Στα μαθητικά της χρόνια στην δεκαετία του ‘60, η εκμάθηση ξένων γλωσσών ήταν το παράθυρό της σε άλλους κόσμους και όπως οφείλει πολλά «στους δασκάλους που μας έμαθαν να θέτουμε ερωτήματα και να ψάχνουμε…».
Στον πατέρα της οφείλει την αγάπη της για την ιστορία, τη φύση και τις αρχαιότητες. «Θυμάμαι τις Κυριακές που μας έβαζε στο αυτοκίνητο και τρέχαμε σε βουνά και λαγκάδια για να μας δείξει άλλοτε ένα πέτρινο γεφύρι, ένα βυζαντινό μοναστήρι, μια ωραία κοιλάδα, ένα δάσος, και ερείπια διαφόρων εποχών» λέει χαρακτηριστικά.
Σπούδασε οικονομικά στην ΑΣΟΕΕ, αφού προηγουμένως έλαβε το δίπλωμα της γερμανικής γλώσσας από το Goethe Institut στη Γερμανία, με συμμαθητές και φίλους Γάλλους που έζησαν τον Μάη του ‘68. Στην διάρκεια της φοιτητικής της ζωής στην Αθήνα παρακολούθησε μαθήματα ιστορίας της τέχνης στο Γαλλικό Ινστιτούτο,
και μαθήματα φιλοσοφίας στο Κέντρο Φιλοσοφικών Ερευνών με καθηγητή τον Χρήστο Γιανναρά.
Βίωσε την εποχή του ‘’Πολυτεχνείου’’ και είχε την τύχη να γνωρίσει τον Καστοριάδη, ο οποίος έδωσε διαλέξεις στο σπίτι της. «Επιστρέφοντας στη Λάρισα, χάρις στον Κώστα Σπανό, δάσκαλος τότε στο Στόμιο, μέσα από το ‘’Θεσσαλικό Ημερολόγιο’’ και από βιβλία που μου υπέδειξε, άρχισα να μαθαίνω την ιστορία του τόπου μας» καταθέτει και συμπληρώνει:
«Γιατί πώς να εκτιμήσεις και να αγαπήσεις τον τόπο σου όταν δεν τον γνωρίζεις; Όταν δεν ξέρεις την ιστορία του; Κι εγώ αγαπώ τη Λάρισα! παρόλο που μέσω της βαρβαρότητας της «ανάπτυξης», η πόλη μας έχει αλλάξει και έχουν σβήσει πολλά στοιχεία με μνήμες από το παρελθόν. Όμως έχουν αποκαλυφθεί άλλα μνημεία όπως το Aρχαίο Θέατρο. Στο διάβα του χρόνου «τα πάντα ρεί». Εκτιμώ τα καλά που γίνονται και δεν θέλω να μεμψιμοιρώ. Χαίρομαι για τα μουσεία που απέκτησε η Λάρισα, το Λαογραφικό, το Διαχρονικό, την Πινακοθήκη αλλά και για το LIDO. Χαίρομαι για τη δυναμική που αναπτύσσουν. Γεννούν πολιτισμό και σου φωνάζουν ότι υπάρχεις και ως πνευματική οντότητα, που δεν πρέπει να την σπαταλήσεις σε ανούσια, μικρά και εφήμερα. Άλλωστε την πόλη την κάνουν οι άνθρωποι. Και η πόλη μας έχει πολλούς πνευματικούς ανθρώπους, αρκεί να τους δοθούν οι ευκαιρίες να εμφανιστούν».
Εργάστηκε επί πέντε χρόνια σε λογιστήριο βιοτεχνίας και στη συνέχεια για εννέα χρόνια είχε την διεύθυνση σχολείου ξένων γλωσσών για ενήλικες. Εθελοντικά εργάστηκε στην Παιδόπολη μέχρι που έκλεισε. Από το 1984 συμμετέχει στο Δ.Σ. της Ελληνικής Μέριμνας – Παιδικής Στέγης, αρχικά ως ταμίας και από το 2013 ως
πρόεδρος.
Την τεχνογνωσία που έλαβε ως συντονίστρια της Ομάδας για το Περιβάλλον του προγράμματος της Περιφέρειας Θεσσαλίας με τίτλο «Πληροφόρηση & Ενημέρωση του Πληθυσμού της Θεσσαλικής Υπαίθρου» την εφήρμοσε στην Ελληνική Μέριμνα – Παιδική Στέγη με άριστα αποτελέσματα.
Πιστεύει «βαθειά στον θεσμό του εθελοντισμού ως πολυμορφική διαδικασία και στάση ζωής, γιατί έτσι είναι και αισθάνεται κανείς ενεργός πολίτης, συμβάλλοντας στην προάσπιση θεμελιωδών δικαιωμάτων. Ο εθελοντισμός συμβάλλει στην πλήρωση των κενών που δημιουργούνται από την αδυναμία του κράτους και τους μηχανισμούς της αγοράς, ενδυναμώνει την αλληλεγγύη και την κοινωνική συνοχή».
Τάσσεται υπέρ των συνεργασιών αρκεί να υπάρχει «ενσυναίσθηση», ικανότητα να μπαίνουμε στη θέση του άλλου χωρίς να χάνουμε την ακεραιότητα της δικής μας ύπαρξης, για καλύτερη επικοινωνία. Θεωρεί μεγάλη αρετή την «ανθρωπιά» και προτέρημα την ικανότητα να συνεχίζεις να αγωνίζεσαι και να προσπαθείς να
σταθείς όρθιος μετά από πτώση.
Είναι μέλος του Λυκείου των Ελληνίδων, των Φίλων της Θεσσαλικής Ιστορίας, των Φίλων του Διαχρονικού Μουσείου, των Φίλων της Συμφωνικής Ορχήστρας, του Ιστορικού Λαογραφικού Μουσείου Λάρισας, του Διαζώματος και των Φίλων του Πηνειού, όπου διετέλεσα και πρόεδρος.
Μεγάλη η συνολική προσφορά της στον τόπο μας.